Stil
Maskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s; -e>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- στιλNeutrum, sächlich | ουδέτερο nStilStil
- ύφοςNeutrum, sächlich | ουδέτερο nStil Literatur | λογοτεχνίαLITστιλNeutrum, sächlich | ουδέτερο nStil Literatur | λογοτεχνίαLITStil Literatur | λογοτεχνίαLIT
- ρυθμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό mStil Architektur | αρχιτεκτονικήARCHStil Architektur | αρχιτεκτονικήARCH
- τεχνοτροπίαFemininum, weiblich | θηλυκό fStil KunstστιλNeutrum, sächlich | ουδέτερο nStil KunstStil Kunst