„Schrottauto“: Neutrum, sächlich SchrottautoNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σαραβαλιασμένο αυτοκίνητο σαραβαλιασμένο αυτοκίνητοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Schrottauto Schrottauto