„Schonbezug“: Maskulinum, männlich SchonbezugMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) περαστό κάλυμμα, κάλυμμα, κάλυμμα στρώματος περαστό κάλυμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Schonbezug Möbel Schonbezug Möbel κάλυμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Schonbezug Autositz Schonbezug Autositz κάλυμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n στρώματος Schonbezug Matratze Schonbezug Matratze