„Scheinwelt“: Femininum, weiblich ScheinweltFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κόσμος της φαντασίας κόσμοςNeutrum, sächlich | ουδέτερο n της φαντασίας Scheinwelt Scheinwelt