„Saugglocke“: Femininum, weiblich SaugglockeFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) συσκευή αναρρόφησης, όργανο απόφραξης σωληνώσεων συσκευήFemininum, weiblich | θηλυκό f αναρρόφησης Saugglocke Medizin | ιατρικήMED Saugglocke Medizin | ιατρικήMED όργανοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n απόφραξης σωληνώσεων Saugglocke zur Abflussreinigung Saugglocke zur Abflussreinigung