„sachdienlich“: Adjektiv sachdienlichAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σχετικές πληροφορίες examples sachdienliche Hinweise σχετικές πληροφορίεςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl sachdienliche Hinweise