„Reisegesellschaft“: Femininum, weiblich ReisegesellschaftFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ταξιδιωτικό γραφείο, ομάδα τουριστών ταξιδιωτικό γραφείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Reisegesellschaft Veranstalter Reisegesellschaft Veranstalter ομάδαFemininum, weiblich | θηλυκό f τουριστών Reisegesellschaft Touristen Reisegesellschaft Touristen