Reagenzröhrchen
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- δοκιμαστικός σωλήναςMaskulinum, männlich | αρσενικό mReagenzröhrchen Chemie | χημείαCHEMReagenzröhrchen Chemie | χημείαCHEM