„Pilzbefall“: Maskulinum, männlich PilzbefallMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διάβρωση από μύκητες διάβρωσηFemininum, weiblich | θηλυκό f από μύκητες Pilzbefall Pilzbefall