„Papierwaren“: Femininum Plural PapierwarenFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) χαρτικά είδη χαρτικά είδηNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Papierwaren Papierwaren