Ortsgespräch
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- αστική κλίσηFemininum, weiblich | θηλυκό fOrtsgespräch Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTELαστική συνδιάλεξηFemininum, weiblich | θηλυκό fOrtsgespräch Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTELOrtsgespräch Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL