„Opernglas“: Neutrum, sächlich OpernglasNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διόπτρα, κιάλια διόπτραFemininum, weiblich | θηλυκό f Opernglas κιάλιαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Opernglas Opernglas