„nütze“: Adjektiv nützeAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) είμαι χρήσιμος για κάτι είμαι άχρηστος examples zu etwas nütze sein είμαι χρήσιμος για κάτι zu etwas nütze sein zu nichts nütze sein είμαι άχρηστος zu nichts nütze sein