Nasenspitze
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- άκρηFemininum, weiblich | θηλυκό f της μύτηςNasenspitzeNasenspitze
examples
- ich seh es dir an der Nasenspitze an umgangssprachlich | οικείοumgτο καταλαβαίνω από το ύφος σου