„Mensa“: Femininum, weiblich MensaFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -s; Mensen> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) φοιτητικό εστιατόριο φοιτητικό εστιατόριοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Mensa Mensa