„Mengenrabatt“: Maskulinum, männlich MengenrabattMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) έκπτωση με την αγορά μεγάλης ποσότητας έκπτωσηFemininum, weiblich | θηλυκό f με την αγορά μεγάλης ποσότητας Mengenrabatt Mengenrabatt