Logbuch
Neutrum, sächlich | ουδέτερο n <-(e)s; Logbücher>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- ημερολόγιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n καταστρώματοςLogbuch Nautik, Schifffahrt | ναυτικός όροςSCHIFFLogbuch Nautik, Schifffahrt | ναυτικός όροςSCHIFF