„Lockenwickel“: Maskulinum, männlich LockenwickelMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ηλεκτρικό ψαλίδι για μπούκλες ηλεκτρικό ψαλίδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n για μπούκλες Lockenwickel Lockenwickel