„Lärmschutz“: Maskulinum, männlich LärmschutzMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) προστασία από την ηχορύπανση προστασίαFemininum, weiblich | θηλυκό f από την ηχορύπανση Lärmschutz Lärmschutz