„Kraftwerk“: Neutrum, sächlich KraftwerkNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας εργοστάσιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n ηλεκτρικής ενέργειας Kraftwerk Kraftwerk