Kettenhemd
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- σιδερόπλεκτος θώρακαςMaskulinum, männlich | αρσενικό mKettenhemd Geschichte | ιστορίαHISTKettenhemd Geschichte | ιστορίαHIST