„Jause“: Femininum, weiblich JauseFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n> österreichische Variante | αυστριακή παραλλαγή (εκ-δοχή)österr Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κολατσιό, πρόχειρο φαγητό κολατσιόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Jause πρόχειρο φαγητόNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Jause Jause