„Irre(r)“: Maskulinum und Femininum IrreMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f umgangssprachlich | οικείοumg pejorativ, abwertend | μειωτικός όροςpej Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παράφρων παράφρωνMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f Irre(r) Irre(r)
„Irre“: Femininum, weiblich IrreFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παραπλανώ examples in die Irre führenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig παραπλανώ in die Irre führenauch | και, επίσης a. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig