„Hexenschuss“: Maskulinum, männlich HexenschussMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) οσφυαλγία, πιάσιμο της μέσης/στη μέση οσφυαλγίαFemininum, weiblich | θηλυκό f Hexenschuss Medizin | ιατρικήMED πιάσιμοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n της μέσης/στη μέση Hexenschuss Medizin | ιατρικήMED Hexenschuss Medizin | ιατρικήMED