„Heizelement“: Neutrum, sächlich HeizelementNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) θερμαντικό στοιχείο θερμαντικό στοιχείοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Heizelement Heizelement