„Hausschuhe“: Maskulinum Plural HausschuheMaskulinum Plural | πληθυντικός αρσενικού mpl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) παντόφλες παντόφλεςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Hausschuhe Hausschuhe