„Hauptwache“: Femininum, weiblich HauptwacheFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κεντρικό αστυνομικό τμήμα κεντρικό αστυνομικό τμήμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Hauptwache Hauptwache