„Haftdauer“: Femininum, weiblich HaftdauerFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) διάρκεια φυλάκισης διάρκειαFemininum, weiblich | θηλυκό f φυλάκισης Haftdauer Haftdauer