„Gruppenreise“: Femininum, weiblich GruppenreiseFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ομαδικό ταξίδι, ταξίδι με γκρουπ ομαδικό ταξίδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Gruppenreise ταξίδιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n με γκρουπ Gruppenreise Gruppenreise