Gesprächsdauer
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- διάρκειαFemininum, weiblich | θηλυκό f κλήσηςGesprächsdauer Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTELGesprächsdauer Telefon, Telekommunikation | τηλεφωνία, τηλεπικοινωνίαTEL