„Gaswerk“: Neutrum, sächlich GaswerkNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εργοστάσιο παραγωγής φωταερίου εργοστάσιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n παραγωγής φωταερίου Gaswerk Gaswerk