„Front“: Femininum, weiblich FrontFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -en> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) πρόσοψη, μέτωπο πρόσοψηFemininum, weiblich | θηλυκό f Front Architektur | αρχιτεκτονικήARCH Front Architektur | αρχιτεκτονικήARCH μέτωποNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Front Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL Front Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL