„Forschungsstation“: Femininum, weiblich ForschungsstationFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ερευνητικό κέντρο ερευνητικό κέντροNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Forschungsstation Forschungsstation