Formation
Femininum, weiblich | θηλυκό fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- διαμόρφωσηFemininum, weiblich | θηλυκό fFormationσχηματισμόςMaskulinum, männlich | αρσενικό mFormationFormation
- παράταξηFemininum, weiblich | θηλυκό fFormation Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMILFormation Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL