„Flugangst“: Femininum, weiblich FlugangstFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) φόβος αεροπορικού ταξιδιού φόβοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m αεροπορικού ταξιδιού Flugangst Flugangst