„finster“: Adjektiv finsterAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σκοτεινός σκοτεινός finster auch | και, επίσηςa. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig finster auch | και, επίσηςa. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig