„faseln“: intransitives Verb faselnintransitives Verb | αμετάβατο ρήμα v/i Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) λέω ανοησίες, φλυαρώ, τσαμπουνώ λέω ανοησίες, φλυαρώ, τσαμπουνώ faseln faseln