„Exportgeschäft“: Neutrum, sächlich ExportgeschäftNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) εξαγωγική επιχείρηση εξαγωγική επιχείρησηFemininum, weiblich | θηλυκό f Exportgeschäft Exportgeschäft