„euer(e, -es)“: Possessivpronomen euerPossessivpronomen | κτητική αντωνυμία poss pr <2.Plural | πληθυντικός pl> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) σας, δικός σας, δική σας, δικό σας σας euer(e, -es) euer(e, -es) (ο) δικός σας, (η) δική σας, (το) δικό σας euer(e, -es) betont euer(e, -es) betont