Eingabegerät
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- συσκευήFemininum, weiblich | θηλυκό f εισαγωγήςEingabegerät Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTEingabegerät Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT