„Diebesgut“: Neutrum, sächlich DiebesgutNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) κλοπιμαίο, κλεμμένο κλοπιμαίοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Diebesgut κλεμμένο Diebesgut Diebesgut