Dauerfeuer
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- συνεχές πυρNeutrum, sächlich | ουδέτερο nDauerfeuer Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMILDauerfeuer Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL