„Chauffeur“: Maskulinum, männlich ChauffeurMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -e> ChauffeurinFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -nen> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) οδηγός, σοφέρ οδηγόςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f Chauffeur σοφέρMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f Chauffeur Chauffeur