„Brandblase“: Femininum, weiblich BrandblaseFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) φουσκάλα από κάψιμο φουσκάλαFemininum, weiblich | θηλυκό f από κάψιμο Brandblase Brandblase