„Bewacher“: Maskulinum, männlich BewacherMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) φύλακας, παίκτης που μαρκάρει φύλακαςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Bewacher Bewacher παίκτηςMaskulinum, männlich | αρσενικό m που μαρκάρει Bewacher Sport | αθλητισμόςSPORT Bewacher Sport | αθλητισμόςSPORT