„Atompilz“: Maskulinum, männlich AtompilzMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ραδιενεργό μανιτάρι ραδιενεργό μανιτάριNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Atompilz Atompilz