„Alibifunktion“: Femininum, weiblich AlibifunktionFemininum, weiblich | θηλυκό f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) χρησιμοποιούμαι ως πρόσχημα examples Alibifunktion haben χρησιμοποιούμαι ως πρόσχημα Alibifunktion haben