„Aha-Erlebnis“: Neutrum, sächlich Aha-ErlebnisNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) στιγμή συνειδητοποίησης στιγμήFemininum, weiblich | θηλυκό f συνειδητοποίησης Aha-Erlebnis Aha-Erlebnis