ωτορινολαρυγγολόγος
[otorinolariŋgoˈloɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Hals-Nasen-Ohrenarztαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -ärztinθηλυκό | Femininum, weiblich fωτορινολαρυγγολόγοςHNO-Arztαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -ärztinθηλυκό | Femininum, weiblich fωτορινολαρυγγολόγοςωτορινολαρυγγολόγος