„χρυσόξανθος“ χρυσόξανθος [xriˈsoksanθos], χρυσόξανθη, χρυσόξανθοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) goldblond goldblond χρυσόξανθος χρυσόξανθος